Μετάφραση τῆς Ἀποστολικῆς περικοπῆς. Κατά τίς ἡμέρες ἐκεῖνες μέ τά χέρια τῶν ἀποστόλων γίνονταν πολλά σημεῖα καί θαύματα στόν λαό καί συγκεντρώνονταν ὅλοι μέ μιά ψυχή στή στοά τοῦ Σολομῶντος: Ἀπό τούς ὑπόλοιπους κανείς δέν τολμοῦσε νά προσκολληθεῖ σέ αὐτούς, ἀλλ᾿ ὁ λαός τούς εἶχε σέ μεγάλη ἐκτίμηση. Ἀντιθέτως, συνεχῶς καί περισσότερα πλήθη ἀνδρῶν καί γυναικῶν πίστευαν στόν Κύριο καί προστίθενταν στήν ἐκκλησία, ὥστε ἔβγαζαν τούς ἀσθενεῖς στίς πλατεῖες καί τούς τοποθετοῦσαν σέ κρεβάτια καί φορεῖα μέ σκοπό, ὅταν θά ἔλθει ὁ Πέτρος, ἔστω καί ἡ σκιά του νά πέσει ἐπάνω σέ κάποιον. Προσέρχονταν μάλιστα καί πολλοί κάτοικοι τῶν γειτονικῶν πόλεων στήν Ἱερουσαλήμ καί ἔφεραν τούς ἀσθενεῖς καί ὅσους βασανίζονταν ἀπό ἀκάθαρτα πνεύματα, οἱ ὁποῖοι ὅλοι θεραπεύονταν. Σηκώθηκε ὅμως ὁ ἀρχιερέας καί ὅλοι ὅσοι ἦταν μαζί του, δηλαδή αὐτοί πού ἀνῆκαν στήν παράταξη τῶν Σαδδουκαίων, γεμάτοι ἀπό φθόνο, καί συνέλαβαν τούς ἀποστόλους καί τούς ἔβαλαν στή φυλακή. Ἀλλά, κατά τή διάρκεια τῆς νύκτας, ἕνας ἄγγελος Κυρίου ἄνοιξε τίς πόρτες τῆς φυλακῆς καί, ἀφοῦ τούς ἔβγαλε ἔξω, τούς εἶπε: Πηγαίνετε καί σταθεῖτε στόν ναό καί πεῖτε στόν λαό ὅλο τό κήρυγμα γι᾿ αὐτή τή ζωή. (Ἀπό τή νέα ἔκδοση: Ἡ Καινή Διαθήκη, τό πρωτότυπο κείμενο μέ νεοελληνική ἀπόδοση τοῦ ὁμοτ. καθηγ. Χρ. Βούλγαρη, ἔκδ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ)
Ο ΛΑΟΣ, ΣΤΗΡΙΓΜΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ. Ἀπό τίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων προέρχεται τό σημερινό Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ἀδελφοί μου. Ὁ συγγραφέας τῶν Πράξεων ἀναφέρεται στή δράση τῶν ἁγίων Ἀποστόλων μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Οἱ Μαθητές, ἐνδυναμωμένοι, πλέον, ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς Ἀναστάσεως, διέδιδαν τό Εὐαγγέλιο, δοκιμάζοντας, ἀφ’ ἑνός μέν τήν ἀποδοχή τοῦ ἁπλοῦ λαοῦ, ἀφ’ ἑτέρου δέ τήν ἐχθρότητα καί τό μίσος τῶν ἀμετανόητων θρησκευτικῶν ἡγετῶν τῆς ἐποχῆς τους. Μάλιστα, στήν περικοπή ἀκούσαμε ὅτι οἱ Ἀπόστολοι ἐπιτελοῦσαν θαύματα, διά τῆς ἁπλῆς ἐπιθέσεως (τοποθετήσεως) τῶν χειρῶν, κατά τήν ὑπόσχεση Κυρίου. Μαρτυρία τῆς ἀλήθειας Στή συνέχεια τῆς περικοπῆς περιγράφεται ἡ ἐκ διαμέτρου ἀντίθετη στάση τοῦ λαοῦ καί τῆς θρησκευτικῆς του ἡγεσίας, ἀπέναντι στούς Ἀποστόλους. Εἶναι ἡ ἴδια ἐκείνη στάση πού ἐπισημάνθηκε πολλές φορές καί κατά τήν ἐπί γῆς δράση τοῦ Θεανθρώπου. Ὁ λαός ἔτρεφε γιά τούς Ἀποστόλους μεγάλο σεβασμό καί πλήθη ἀνθρώπων τούς πλησίαζαν καί ἑνώνονταν μαζί τους, ἐπιδίωκαν τή θεραπεία τῶν ἀσθενειῶν τους, ἐνῶ πίστευαν ὅτι ἀκόμα καί ἡ σκιά τοῦ Πέτρου ἦταν ἱκανή νά φέρει τήν ἴαση. Τήν ἴδια στιγμή, οἱ Ἀρχιερεῖς ἀποφάσιζαν νά φυλακίσουν τούς Ἀποστόλους, ἀγνοώντας, ὅμως, ὅτι ἐκεῖνοι βρίσκονταν κάτω ἀπό τήν προστασία τοῦ Θεοῦ, τόν Ὁποῖο κανείς δέν μπορεῖ νά ὑπερβεῖ καί νά νικήσει. Οἱ Μαθητές ἀπελευθερώνονται θαυματουργικῶς καί συνεχίζουν τό κήρυγμα τῆς ἀληθείας. Ἡ εἰκόνα πού περιγράφει ὁ συγγραφέας τῶν Πράξεων μᾶς πληροφορεῖ πώς «οἱ ἄρχοντες τῆς ἐποχῆς τηροῦσαν ἀρνητική, καταδιωκτική στάση ἀπέναντι στούς Ἀποστόλους». Ἀντίθετα μέ τή στάση αὐτή τοῦ κατεστημένου τῆς ἐξουσίας, ὁ πολύς λαός ἔδειχνε σημεῖα προσπελάσες πρός τή νέα πίστη πού θέριευε, ἔτσι, τή βάση τῆς πυραμίδος, ἐξασφαλίζοντας στήν Ἐκκλησία θετικά στοιχεῖα ἐπιβιώσεως. Ἔτσι, ἤδη ἀπό τά πρῶτα βήματά της ἡ Ἐκκλησία στηρίχθηκε στήν καρδιά τοῦ λαοῦ, πού ἀγκάλιασε, μέ τήν ψυχή του, τό νέο αὐτό θρησκευτικό κίνημα καί τό στερέωσε ἀκατάλυτα. Ἡ ἑδραίωση τῆς Ἐκκλησίας Οἱ πληροφορίες πού ἔχουμε ἀπό αὐθεντικές πηγές μαρτυροῦν πώς, καθώς διευρυνόταν συνεχῶς ἡ λαϊκή βάση τῆς Ἐκκλησίας, ἐξουδετερώνονταν συστηματικά οἱ ἀντιδράσεις τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐξουσίας, μέχρις ὅτου, τελικά, ὑπέκυψαν κι αὐτοί στήν ἱστορική ἀναγκαιότητα τῆς χριστιανικῆς πραγματικότητας, πού ἀναδυόταν μέσα ἀπό τούς ζοφερούς χρόνους τῶν τριῶν αἰώνων τῶν διωγμῶν. Τό γεγονός αὐτό δείχνει πώς, μετά τήν προστασία τοῦ Θεοῦ, τό στήριγμα καί ἡ δύναμη τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ πιστός λαός της. Γι’ αὐτό, οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας, διαχρονικά, τή συνείδηση αὐτοῦ τοῦ λαοῦ προσ παθοῦν νά δηλητηριάσουν καί νά ἁλώσουν, προκειμένου ἡ Ἐκκλησία νά μείνει χωρίς ἐρείσματα μέσα στήν κοινωνία καί εὔκολα νά καταλυθεῖ. Καί αὐτό τό ἔπραξαν ὅταν κατάλαβαν ὅτι ἡ πίστη δέν ξεριζώνεται ἀπό τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων μέ διώξεις, ἀπειλές καί βασανιστήρια. Ἡ ἱστορία ἀπέδειξε πώς, ὅταν αὐτά συνέβησαν, ἡ πίστη στερεώθηκε περισσότερο καί ἡ Ἐκκλησία βγῆκε πιό δυνατή ἀπό τίς δοκιμασίες. Γι’ αὐτό, οἱ ἀντικείμενοι στόν Χριστό καί στήν Ἐκκλησία Του ἀποδύονται σ’ ἕναν διαρκῆ ἰδεολογικό ἀγώνα κατά τῆς Ἐκκλησίας, σέ μιά προσπάθεια νά τήν ἐμφανίσουν περιττή καί ξεπερασμένη. Μάλιστα, δέν διστάζουν νά ἐπενδύσουν πάνω στίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες καί πτώσεις τῶν στελεχῶν της, γιά νά ποδηγετήσουν τίς συνειδήσεις καί νά τίς ὁδηγήσουν μακριά ἀπό τόν Θεό. Εὐθύνη καί ἀποστολή Γι’ αὐτό, ἐμεῖς πού συναπαρτίζουμε τόν λαό τοῦ Θεοῦ, ὀφείλουμε νά ἔχουμε συναίσθηση τῆς θέσης μας μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἐπίγνωση τῆς δύναμης πού μᾶς χαρίζει ἡ πίστη μας στόν Θεό. Νά μήν ἐπιτρέψουμε στίς ἀντίθεες δυνάμεις νά κυριαρχήσουν ἄλλο πάνω στίς ἀνθρώπινες καρδιές. Εἶναι οἱ ἴδιες πού εὐθύνονται γιά τό μαράζωμα τῆς κοινωνίας, γιά τήν παρακμή τῶν ἠθῶν, γιά τόν εὐτελισμό τοῦ πνεύματος στήν ἐποχή μας. Ἔχουμε χρέος νά σταθοῦμε στό ὕψος τῆς ἀποστολῆς μας μέσα στήν Ἐκκλησία, ἀποκρούοντας τίς ἐπιθέσεις τοῦ κόσμου, πού βάλλουν εὐθέως κατά τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας συνείδησης. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Χριστός καί ὅλοι ἐμεῖς. Καί αὐτή εἶναι ἡ αὐτοσυνειδησία μας, πού συνιστᾶ μεγίστη τιμή, ἀλλά καί διαρκῆ εὐθύνη. Ἀρχιμ. Ἐ. Οἰκ.: www.apostoliki-diakonia.gr
Κυριακὴ τοῦ Θωμᾶ – Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 27 Απριλίου 2025.
Oὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν ᾿Ιουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ᾿ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς. ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. Καὶ μεθ᾿ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ᾿ αὐτῶν. ἔρχεται ὁ ᾿Ιησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· εἰρήνη ὑμῖν. εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. λέγει αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ ᾿Ιησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ· ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι ᾿Ιησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.
ΣΚΕΨΕΙΣ – ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ – ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ
1. Ἀπὸ τὸν φόβο στὴν εἰρήνη
Ὁφόβος καὶ ἡ θλίψη εἶχαν μαυρίσει τὶς καρδιὲς τῶν Μαθητῶν. Κλεισμένοι τώρα στὸ ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ, ἀνακαλοῦσαν στὴ μνήμη τους ὅσα συγκλονιστικὰ γεγονότα εἶχαν συμβεῖ τὶς τελευταῖες ἡμέρες: τὴν προδοσία τοῦ Ἰούδα, τὴν ἄδικη δίκη τοῦ Διδασκάλου, τὶς κραυγὲς τῶν Ἰουδαίων, τὸ μίσος τῶν στρατιωτῶν, τὸν Σταυρό, τὸ αἷμα, τὸν θάνατο, τὴν ταφὴ τῶν ἐλπίδων τους. Τώρα κινδύνευαν καὶ οἱ ἴδιοι. Οἱ κλειδωμένες πόρτες τοῦ ὑπερώου τοὺς χάριζαν ἴσως μιὰ μικρὴ αἴσθηση ἀσφάλειας.
Τότε λοιπόν, στὴν κορύφωση τοῦ φόβου, ἐμφανίσθηκε ξαφνικὰ ἀνάμεσά τους ὁ Κύριος. Δὲν τοὺς ἐπέπληξε, ποὺ Τὸν ἄφησαν μόνο στὶς δύσκολες ὧρες τοῦ Πάθους, οὔτε ἤλεγξε τὸν Πέτρο γιὰ τὴν τριπλὴ ἄρνηση, ἀλλὰ τοὺς καθησύχασε λέγοντας: «Εἰρήνη ὑμῖν»! Ἂς ἔλθει εἰρήνη σὲ σᾶς. Καὶ τοὺς ἔδειξε τὰ τρυπημένα χέρια καὶ τὴν πλευρά του. Ἄλλαξε τελείως τώρα ἡ ψυχικὴ κατάσταση τῶν Μαθητῶν. Τὸν φόβο καὶ τὴν ἀγωνία διαδέχθηκαν ἡ εἰρήνη καὶ ἡ χαρά.
Αὐτὸ δὲν συνέβη μόνο τότε. Ἐπαναλαμβάνεται κάθε φορὰ ποὺ εἰσέρχεται σὲ κάποιο σπίτι ὁ Κύριος. Σκορπίζει ἐκεῖ τὴ δική του εἰρήνη. Ἀλλὰ καὶ ὅταν κατοικεῖ στὴν ἀνθρώπινη καρδιὰ ὁ Χριστός, τὴν ἴδια εἰρήνη μεταδίδει μὲ τὴν παρουσία του. Μόνο τότε μπορεῖ νὰ εἰρηνεύσει ἀληθινὰ ὁ κόσμος καὶ ἡ κοινωνία μας, ὅταν ἔχουμε ἀνάμεσά μας τὸν Χριστό. Μόνο τότε χάνεται τὸ πέπλο τῆς ἀπελπισίας καὶ τοῦ φόβου ἀπὸ τὴν ἀναστατωμένη καρδιά μας, ὅταν ἐνοικεῖ σ᾿ αὐτὴν ὁ Κύριος. Ἐκεῖνος χαρίζει μόνιμη καὶ ἀδιασάλευτη εἰρήνη.
2. Συγκατάβαση στὴν ἀδυναμία μας
Τὸ βράδυ ἐκεῖνο ποὺ ἐμφανίσθηκε στοὺς Μαθητὲς ὁ Κύριος, ἔλειπε ὁ Θωμᾶς. Τοῦ περιέγραψαν ἀργότερα οἱ ὑπόλοιποι ὅ,τι εἶχε συμβεῖ, ἀλλὰ ὁ Θωμᾶς δὲν τοὺς πίστευε. Ἀπαιτοῦσε νὰ βεβαιωθεῖ μόνος του· νὰ δεῖ καὶ νὰ ψηλαφήσει τὶς πληγὲς στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὀκτὼ ἡμέρες ἀργότερα ἦταν πάλι συναγμένοι οἱ Μαθητὲς στὸ ὑπερῶο. Μαζί τους αὐτὴ τὴ φορὰ καὶ ὁ Θωμᾶς. Ἐμφανίσθηκε πάλι τότε ἀνάμεσά τους ὁ Κύριος. Ἀπευθύνθηκε τώρα στὸν Θωμᾶ. Τὸν προέτρεψε νὰ δεῖ καὶ νὰ ψηλαφήσει τὶς πληγὲς στὰ χέρια καὶ τὴν πλευρά του, ὥστε νὰ βεβαιωθεῖ μὲ τὶς αἰσθήσεις του, ὅπως ἀπαιτοῦσε, γιὰ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Διδασκάλου.
Κάνει ἀσφαλῶς ἐντύπωση τὸ ὅτι ὁ Κύριος συγκατέβη στὴν ἀδυναμία καὶ στὴν ὀλιγοπιστία τοῦ Θωμᾶ. Ἔκανε αἰσθητὴ τὴν παρουσία του, τὴν Ἀνάστασή του, μὲ τοὺς ὅρους ποὺ ζητοῦσε ὁ Μαθητής. Δὲν τὸν ἄφησε νὰ πνιγεῖ στὶς ἀμφιβολίες, διότι γνώριζε τὴν ἀγαθὴ προαίρεση τοῦ Θωμᾶ, ποὺ δὲν εἶχε ἀλαζονεία καὶ ἐγωισμό. Εἶδε τὴν ἀγαπώσα καρδιά του, τὴν εἰλικρινὴ ἀναζήτησή του καὶ συγκατέβη.
Ὁ Θεός μας δὲν εἶναι σκληρὸς καὶ ἄτεγκτος, ἀλλὰ ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος. Κατανοεῖ τὶς ἀδυναμίες μας. Γνωρίζει ὅτι κάποιες φορὲς κλονίζεται ἡ πίστη μας. Βλέποντας τὴν πάλη μας μὲ τοὺς λογισμούς, δὲν μᾶς ἀφήνει νὰ χαθοῦμε. Συγκαταβαίνει καὶ μᾶς στηρίζει στὴν πίστη. Μᾶς δίνει θάρρος, μᾶς βεβαιώνει γιὰ τὴν παρουσία του. Ἀρκεῖ νὰ μὴν ὑπάρχει μέσα μας ὑψηλοφροσύνη καὶ ἀλαζονεία, ἀλλὰ εἰλικρινὴς ἀναζήτηση τοῦ Θεοῦ καὶ μιὰ καρδιὰ ποὺ χτυπᾶ γιὰ Ἐκεῖνον.
3. Πίστη ἀπροϋπόθετη
Ὁ δύσπιστος Μαθητὴς συγκλονίσθηκε μὲ τὴ φανέρωση τοῦ Κυρίου καὶ φώναξε συντετριμμένος: «Πιστεύω καὶ ὁμολογῶ ὅτι εἶσαι ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου». Ὁ Χριστὸς τότε ἀποκρίθηκε: Πίστεψες, ἐπειδὴ μὲ εἶδες. «Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες». Μακάριοι καὶ πιὸ εὐτυχισμένοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ πιστεύουν, χωρὶς νὰ μὲ ἔχουν δεῖ μὲ τὰ μάτια τους.
Ὁ τελευταῖος αὐτὸς λόγος τοῦ Κυρίου στὸν Θωμᾶ ἔχει καὶ γιὰ ἐμᾶς πολύ μεγάλη σημασία. Ὁ Κύριος συγκαταβαίνει συχνὰ στὶς ἀδυναμίες καὶ στὶς ἀμφιβολίες μας. Αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ ζητοῦμε ἁπτὲς ἀποδείξεις τῆς παρουσίας του μὲ τὶς αἰσθήσεις μας. Ἂν μπορούσαμε μὲ τὰ μάτια μας νὰ δοῦμε καὶ μὲ τὰ χέρια μας νὰ ψηλαφήσουμε τὴ θεότητά του, τί ἀξία θὰ εἶχε τότε ἡ πίστη μας; Πῶς θὰ δείχναμε τὴν ταπεινὴ ὑποταγή μας στὴ μαρτυρία τῶν Γραφῶν γιὰ Ἐκεῖνον;
Ὁ Κύριος ἀποκαλύπτεται στὸν κάθε πιστό, ὄχι ὅμως μέσῳ τῶν αἰσθήσεων τοῦ σώματος. Ἀποκαλύπτεται στὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Γίνεται ὁρατὸς ἀπὸ τοὺς πνευματικοὺς ὀφθαλμούς. Ἡ παρουσία του γίνεται ἁπτὴ καὶ ψηλαφητὴ μὲ τὰ πνευματικὰ αἰσθητήρια στὴ ζωὴ κάθε πιστοῦ. Ἀρκεῖ νὰ εἶναι καθαρὰ τὰ αἰσθητήριά μας. «Καθαρθῶμεν τὰς αἰσθήσεις καὶ ὀψόμεθα τῷ ἀπροσίτῳ φωτὶ τῆς ἀναστάσεως», ψάλλουμε τὶς ἡμέρες αὐτές. Ἂς καθαρίσουμε λοιπὸν τὶς πνευματικές μας αἰσθήσεις καὶ τότε θὰ δοῦμε τὸ ἀπρόσιτο φῶς τῆς Ἀναστάσεως. Θὰ εἶναι τόσο ζωντανὴ ἡ παρουσία τοῦ Κυρίου μέσα μας, ποὺ δὲν θὰ χρειαζόμαστε ἄλλες ἀποδείξεις.Ἀδελφότης Θεολόγων «Ὁ Σωτήρ».
