ΦΩΝΗ ΚΥΡΙΟΥ. Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (Ρωμ. β´ 10-16) 22 ᾽Ιουνίου 2025.

Μετάφραση τῆς Ἀποστολικῆς περικοπῆς
Ἀδελφοί, ἐνῶ γιά κάθε ἄνθρωπο πού πράττει τό καλό, πρῶτα γιά τόν Ἰουδαῖο καί
ἔπειτα γιά τόν εἰδωλολάτρη, ἐπιφυλάσσεται δόξα καί τιμή καί εἰρήνη· δέν μεροληπτεῖ ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτό, ὅσοι ἁμάρτησαν, ἐπειδή δέν γνώριζαν τόν νόμο τοῦ Θεοῦ
(στήν Π.Δ.), θά καταδικαστοῦν μέ κριτήρια ξένα πρός τόν νόμο αὐτό, ἐνῶ ὅσοι
ἁμάρτησαν γνωρίζοντας τόν νόμο, θά κριθοῦν μέ βάση τόν νόμο. Γιατί δέν θά δικαιωθοῦν ἀπό τόν Θεό ὅσοι ἀκούουν τόν νόμο ὅταν ἀναγινώσκεται, ἀλλ᾿ ὅσοι
ἐφαρμόζουν τόν νόμο. Γιατί, ὅταν οἱ εἰδωλολάτρες, πού δέν ἔχουν τόν νόμο (τῆς
Π.Δ.), ἐφαρμόζουν ἐκ φύσεως αὐτά πού διατάσσει ὁ νόμος, τότε, ἄν καί δέν ἔχουν
τόν νόμο (τῆς Π.Δ.), ἔχουν μέσα τους ἐκ φύσεως τόν νόμο, γιατί ἀποδεικνύουν
ὅτι αὐτά πού ἀπαιτεῖ ὁ νόμος εἶναι γραμμένα στίς καρδιές τους καί σ᾿ αὐτό συμφωνεῖ καί ἡ συνείδησή τους, ἐνῶ οἱ σκέψεις τους θά ἀλληλοκατηγοροῦνται ἤ καί
θά ἀλληλοδικαιολογοῦνται τήν ἔσχατη ἡμέρα, ὅταν ὁ Θεός θά κρίνει τά κρυπτά
τῶν ἀνθρώπων διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως διδάσκει τό Εὐαγγέλιο πού κηρύσσω.
(Ἀπό τή νέα ἔκδοση: Ἡ Καινή Διαθήκη, τό πρωτότυπο κείμενο μέ νεοελληνική ἀπόδοση
τοῦ ὁμοτ. καθηγ. Χρ. Βούλγαρη, ἔκδ. ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΔΙΑΚΟΝΙΑΣ)

Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ
Γιά τό ἔργο καί τήν ἀξία τῆς συνειδήσεως μιλάει ὁ ἀπόστολος Παῦλος
στό σημερινό Ἀποστολικό ἀνάγνωσμα. Διδάσκει ὅτι στούς ἀνθρώπους
πού δέν γνώρισαν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιατί οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς
τους δέν τό ἐπέτρεψαν, λειτουργεῖ ἡ φωνή τῆς συνειδήσεως καί τούς
καθοδηγεῖ στήν ἐφαρμογή τοῦ ἀγαθοῦ, ἐκ φύσεως. Ἀπό τόν τρόπο χρήσης καί ἀξιοποίησης τῆς συνειδήσεως, πού εἶναι ἔμφυτη σέ ὅλους μας,
θά κριθεῖ ἡ στάση τοῦ Θεοῦ ἀπέναντί τους, «ἐν ἡμέρᾳ Κρίσεως».
Ἡ γνώση τοῦ ἠθικοῦ νόμου
Εἶναι πολύ ἐνδιαφέρουσα ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας περί τοῦ
νόμου τῆς συνειδήσεως. Ὁ ἅγιος Νεκτάριος ἐπισημαίνει ὅτι «συνείδηση εἶναι ἡ εἴδηση, ἡ γνώση τοῦ ἠθικοῦ νόμου, τήν ὁποία ἔχει ἡ ψυχή, γιά
νά διακρίνει τίς πράξεις σέ ἀγαθές καί κακές καί νά κρίνει, μέ ἀδέκαστο
τρόπο, τήν ποιότητά τους, ἐγκρίνουσα τίς ἀγαθές καί κατακρίνουσα τίς
κακές. Ἡ ψυχή ἔχει ἔμφυτη τή συνείδηση, δηλ. μπορεῖ νά διακρίνει τί
εἶναι δίκαιο, τί ἄδικο, τί ἀγαθό, τί κακό, τί ἀληθές, τί ψευδές. Τήν ἔμφυτη αὐτή δύναμη ἔλαβε ἀπό τόν Θεό, γιά νά γνωρίσει τό Θεῖο θέλημα καί
νά ταυτιστεῖ μέ αὐτό. Ὁ σκοπός τοῦ Θείου αὐτοῦ δωρήματος ἀναδεικνύει τή συνείδηση ἠθικό νόμο ἀπαράβατο καί αἰώνιο, πού ἀπαιτεῖ τέλεια εὐπείθεια καί ὑπακοή στόν Θεό…».
Ὁ ἅγιος Νεκτάριος διακρίνει σαφῶς τήν ἀγαθή ἀπό τήν πονηρή συνείδηση: «ἡ ψυχή πού ἔχει συνείδηση πώς δέν ἔπραξε τίποτα ἄδικο καί
δέν προσέβαλε τόν ἠθικό νόμο, χαίρεται καί εἰρηνεύει καί ἑορτάζει. Τό
γεγονός αὐτό μαρτυρεῖ τόν ἔμφυτο πόθο τοῦ ἀγαθοῦ, γι’ αὐτό καί χαίρεται μέ τή δικαιοσύνη καί τήν ἀλήθεια, θλίβεται ὅμως μέ τήν ἀδικία καί
τό ψεῦδος… Ἡ ἀγαθή συνείδηση παρηγορεῖ τήν ψυχή πού πάσχει για τήν ἀρετή, γιά τό ἀγαθό, τό δίκαιο, τήν ἀλήθεια, γιά τή σωτηρία τῶν πολλῶν…».
Ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἰδίου θελήματος
Πῶς, ὅμως, ἐπιτυγχάνεται ἡ ἀγαθή συνείδηση μέσα μας; Τήν ἀπάντηση δίνει ὁ ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητής: «Ἡ ἀγαθή συνείδηση ἀποκτᾶται διά
τῆς προσευχῆς, ἡ καθαρή προσευχή διά τῆς συνειδήσεως. Καί ἡ προσευχή καί ἡ συνείδηση, κατά φυσικό λόγο, ἔχουν ἀνάγκη ἡ μία τῆς ἄλλης»
(Εὐεργετινός, τόμ. Γ΄).
Σέ ἀντίθεση μέ τήν ἀγαθή, ἡ πονηρή συνείδηση, «ἐκείνου πού ἀθετεῖ
τόν ἠθικό νόμο, γίνεται φοβερή τυραννία. Δέν ὑπάρχει φοβερότερο γιά
μιά ψυχή πού ἁμαρτάνει ἀπό τήν ἐξέγερση καί τόν ἔλεγχο τῆς συνειδήσεως… τό δικαστήριο τῆς συνειδήσεως εἶναι ἀδέκαστο καί αὐστηρότατο… ὁ ἄνθρωπος πού ἐλέγχεται ἀπό τή συνείδησή του εἶναι δυστυχέστατος».
Καθώς ἐπισημαίνει ὁ ἅγιος Παΐσιος Ἁγιορείτης, πονηρή συνείδηση
«ἔχει ἐκεῖνος πού ἀθετεῖ τόν Θεῖο ἠθικό νόμο καί ἐπιζητεῖ τήν ἐπικράτηση τοῦ ἰδίου θελήματος, τοῦ ἰδίου ἐγώ. Ἡ συνείδηση πού διαστράφηκε
ἀπό τή σκοτισμένη διάνοια καί τήν ἐπικράτηση τῆς ἁμαρτίας, δέν ἐξεγείρεται, οὔτε διαμαρτύρεται, πλέον, γιά τήν παράβαση τοῦ ἠθικοῦ νόμου,
διότι ἀθέτησε καί τόν νόμο καί τόν νομοθέτη, ἡ δέ ἁμαρτία ἀμαύρωσε
τά μάτια τῆς ψυχῆς του, ὥστε νά μή βλέπει τό φῶς τοῦ ἠθικοῦ νόμου,
τό φῶς τῆς ἀλήθειας, ἔσβησε τά ὦτα τῆς ψυρυνε τήν καρδιά του, τήν ἔκανε πέτρα, ὥστε νά μή συναισθάνεται. Ἡ
συνείδηση ἑνός τέτοιου ἀνθρώπου πωρώθηκε. Ἐκεῖνος πού ἔχει πονηρή συνείδηση ζεῖ μέσα στήν κακία, σκέπτεται πονηρά, ἐπιθυμεῖ τά κακά
καί ἐργάζεται τήν ἀνομία…» (Λόγοι Α΄).
«Δέν ὑπάρχει γλυκύτερο πράγμα ἀπό τό νά ἔχει κανείς ἀναπαυμένη
τή συνείδησή του. Φτερά νιώθει μέσα του· πετάει!», συνεχίζει ὁ Ἅγιος.
Αὐτή τήν ἀγαθή συνείδηση νά ἀγωνιζόμαστε νά μορφώνουμε μέσα μας,
τηρώντας τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ζώντας ἐν προσευχῇ καί μετανοίᾳ, ὥστε
οἱ καρποί της νά καταστοῦν τά ἐχέγγυα τῆς σωτηρίας μας.
Ἀρχιμ. Ἐ. Οἰκ.

Ευαγγελική περικοπή για την Κυριακή Β’ Ματθαίου, 22/06/2025 Ματθ. δ´ 18 – 23

Η κλήση των πρώτων μαθητών (κατά Ματθαίον)

18 Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας εἶδεν δύο ἀδελφούς, Σίμωνα τὸν λεγόμενον Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς. 19 καὶ λέγει αὐτοῖς· Δεῦτε ὀπίσω μου, καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων. 20 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῷ. 21 Καὶ προβὰς ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῶν καταρτίζοντας τὰ δίκτυα αὐτῶν· καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς. 22 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. 23 Καὶ περιῆγεν ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς, διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον τῆς βασιλείας καὶ θεραπεύων πᾶσαν νόσον καὶ πᾶσαν μαλακίαν ἐν τῷ  λαῷ. Ενορία Ιερού Ναού Αγίας Μαρίνας Άνω Ιλισίων.